Το Μικρό Σούλι είναι ημιορεινό χωριό του Νομού Σερρών, χαρακτηρισμένο ως παραδοσιακός οικισμός. Είναι χτισμένο στους πρόποδες του Παγγαίου, στις δυτικές πλαγιές του σε υψόμετρο 300 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας και βορειοανατολικά της Αμφίπολης, «σκαρφαλωμένο» κυριολεκτικά σε ένα μεγάλο βράχο που θυμίζει έντονα το Σούλι της Ηπείρου. Εξάλλου τη σημερινή του ονομασία την οφείλει σε αυτή την μορφολογική του ομοιότητα με το ιστορικό Σούλι, αλλά και στη γενναιότητα με την οποία πολέμησαν οι Μακεδονομάχοι του χωριού κατά το Μακεδονικό Αγώνα (1904 — 1908). Λέγεται μάλιστα ότι το όνομα αυτό το έδωσε στο χωριό ο Μητροπολίτης Δράμας, Φιλίππων και Ζιχνών και αργότερα Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, όταν βρέθηκε εκεί το 1909 για να παρακολουθήσει μια θεατρική παράσταση που δόθηκε από κατοίκους του χωριού.
Παλαιότερα το χωριό ονομαζόταν Σέμαλτον. Στις 04/01/1920 είχε αναγνωριστεί ως Κοινότητα Σεμάλτου και στις 30/08/1927 μετονομάστηκε σε Κοινότητα Μικρού Σουλίου. Με την εφαρμογή του σχεδίου Καποδίστριας, η κοινότητα ενσωματώθηκε στον Δήμο Ροδολίβους. Με την εφαρμογή του προγράμματος Καλλικράτης, ο Δήμος Ροδολίβους εντάχθηκε στον νέο Δήμο Αμφίπολης και το Μικρό Σούλι αποτελεί πλέον τοπική κοινότητα του Δήμου αυτού.
Από αρχαιολογική άποψη παρουσιάζει ενδιαφέροντα στοιχεία, τα οποία μαρτυρούν το γεγονός πως κατά την αρχαιότητα άκμασε εδώ μία σημαντική πόλη, της οποίας όμως το όνομα παραμένει άγνωστο.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Σύμφωνα με το βιβλίο του Αστέριου Γούσιου «Η κατά Παγγαίον χώρα», το Μικρό Σούλι στο τέλος του 19ου αιώνα διέθετε Δημοτικό Σχολείο και Νηπιοπαρθεναγωγείο, στα οποία φοιτούσαν 70 αγόρια και 45 κορίτσια. Η παλαιότερη ονομασία του χωριού “Σέμαλτον” πιστεύεται από ορισμένους, ότι προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «άλλομαι» που σημαίνει πηδώ. Κάποιοι άλλοι πιστεύουν ότι η ονομασία Σέμαλτον προέρχεται από τις λατινικές λέξεις Σεμ και Άλτο που σημαίνουν Ημί και Λόφος αντίστοιχα, δηλαδή ημίψηλος λόφος. Πιθανότερο όλων όμως είναι η ονομασία αυτή να προέρχεται από το Σεμάλτιον όρος που είναι το Παγγαίο.
Λίγα χιλιόμετρα δυτικά του σημερινού χωριού, στο λόφο «Ζαβαρνίκια», μαρτυρούνται τα ίχνη (πολυάριθμα όστρακα αγγείων κ.ά.) αρχαίου οικισμού, ο οποίος βρισκόταν πάνω στην Εγνατία οδό, όπως εικάζεται από την ανεύρεση εδώ ενός ρωμαϊκού μιλιαρίου. Στο διπλανό πάλι λόφο της «Αγίας Μαρίνας» διαπιστώθηκε η ύπαρξη προϊστορικού οικισμού της ύστερης νεολιθικής και πρώιμης εποχής του Χαλκού. Αυτό σημαίνει ότι η περιοχή των δύο αυτών λόφων κατοικήθηκε συνεχώς από τα προϊστορικά ως τα βυζαντινά χρόνια, όπως μαρτυρούν και τα ερείπια παλαιοχριστιανικών βασιλικών.
Αναφορές στο Μικρό Σούλι υπάρχουν σε έγγραφα της Βυζαντινής περιόδου που βρέθηκαν στο Άγιον Όρος (στο οποίο ανήκε). Πιο συγκεκριμένα, μνημονεύονται οι δύο γειτονικοί οικισμοί, το Σέμαλτον και τα Ζαβαρνίκια. Στα Ζαβαρνίκια υπάρχουν και διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση τα ερείπια των τούρκικων λουτρών, ότι απέμεινε δηλαδή από το χωριό που υπήρχε εκεί την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Το Μικρό Σούλι απελευθερώθηκε στις 24 Οκτώβρη του 1912, όπως άλλωστε και τα υπόλοιπα παγγαιοχώρια, από τον Καπετάν Δούκα.
Το Μάιο του 1913 το χωριό πέφτει στα χέρια των Βουλγάρων. Οι κάτοικοι του Μικρού Σουλίου, αλλά και της Παλαιοκώμης, της Αμφίπολης και των Λακοβικίων αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα χωριά τους για να ξεφύγουν από τις βιαιότητες των Βουλγάρων κατακτητών της Ανατολικής Μακεδονίας. Οι κάτοικοι αυτοί κατέφυγαν στη Βουρβουρού Χαλκιδικής για να εγκατασταθούν σε ασφαλή τόπο. Εκεί όμως τους βρίσκει επιδημία χολέρας, με αποτέλεσμα πάνω από 110 άνθρωποι να πεθάνουν εκεί, ενώ οι υπόλοιποι αναγκάστηκαν να ξαναγυρίσουν πίσω στο χωριό. Οι κακουχίες όμως των Μικροσουλιωτών δεν τελειώνουν εδώ, αφού αμέσως σχεδόν με την επιστροφή τους ξεσπάει ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Οι Βούλγαροι στέλνουν πολλούς κατοίκους ομήρους στην Βουλγαρία, όπου και πεθαίνουν οι περισσότεροι από αυτούς. Ακόμη οι Βούλγαροι καταστρέφουν ολοσχερώς το χωριό και χρησιμοποιούν τα απομεινάρια των σπιτιών σαν οικοδομικά υλικά για να φτιάξουν τα οχυρωματικά τους έργα.
Η εκκλησία του χωριού, η οποία χτίστηκε το 1835 ήταν το μοναδικό κτίσμα του χωριού που έμεινε ανέπαφο. Όμως κι αυτή γκρεμίστηκε από βόμβα, που έπεσε στο χωριό κατά την διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, οι ξένες δυνάμεις κατοχής υποχρέωσαν τους κατοίκους του Μ. Σουλίου, αλλά και των γύρω χωριών να κατασκευάσουν το δρόμο που οδηγεί σε μια περιοχή του Παγγαίου που ονομάζεται «Κανόνι». Εκεί, με καταναγκαστική δουλειά των κατοίκων της περιοχής, κατασκευάστηκε φρούριο, προκειμένου να ελέγχουν οι ξένες δυνάμεις ολόκληρο τον Στρυμονικό κόλπο.
Όσοι κάτοικοι επέζησαν από τους πολέμους και τις κακουχίες αναγκάστηκαν να ζήσουν σε ένα χωριό κατεστραμμένο και ερειπωμένο. Στεγάστηκαν λοιπόν αρχικά σε παράγκες και ασχολήθηκαν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Το κράτος έχτισε δύο μεγάλες αποθήκες για να αποθηκεύουν οι κάτοικοι τα αγροτικά τους προϊόντα. Αργότερα, οι αποθήκες αυτές χρησιμοποιήθηκαν σαν δημοτικό σχολείο η μία και σαν κοινοτικό κατάστημα η άλλη. Το 1923 οι αρχές του χωριού μαζί με τον ιερέα, αλλά και πολλούς κατοίκους πήγαν στη Βουρβουρού Χαλκιδικής και αφού ξέθαψαν τους νεκρούς συγχωριανούς τους πήραν τα κόκαλά τους και τα έφεραν πίσω στο χωριό.
Το 1931 η κυβέρνηση βοήθησε οικονομικά τους κατοίκους του χωριού κι έχτισαν σπίτια για να κατοικήσουν. Στα χρόνια που ακολούθησαν, το Μικρό Σούλι, παρόλο που πάντοτε ήταν ένα κατά βάση αγροτικό χωριό ανέπτυξε σημαντική πολιτιστική δραστηριότητα. Ακουστά σ’ όλη την περιοχή ήταν τα γλέντια των κατοίκων του, οι παρελάσεις καρναβαλικών αρμάτων τις Απόκριες, οι συναυλίες που έδινε η μπάντα του χωριού, αλλά και οι θεατρικές παραστάσεις που ανέβαζαν οι σύλλογοι του Μικρού Σουλίου. Τα τελευταία χρόνια το Μικρό Σούλι, όπως άλλωστε και όλα τα χωριά του Παγγαίου, ακολούθησε μια φθίνουσα πορεία με συνεχή μείωση του πληθυσμού του.